Ο Παρίας - Θεατρική Κριτική - Γράφει ο Νεκτάριος Κωνσταντινίδης

Π

Γράφει ο κριτικός θεάτρου Νεκτάριος Κωνσταντινίδης

Στο μικρό και καλαίσθητο θεατράκι της οδού Εκάτης παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην ελληνική σκηνή το μονόπρακτο δωματίου «Ο Παρίας» (Paria, 1889) του Αύγουστου Στρίντμπεργκ (1849-1912) σε μετάφραση Γιώργου Καραβασίλη και σκηνοθεσία Βαλεντίνης Λουρμπά.
Το θέατρο του μεγάλου Σουηδού συγγραφέα εστιάζει στην ηθική διαφθορά της ανθρώπινης φύσης, στην αμαρτία, στο έγκλημα, στις αποκλίσεις του φυσιολογικού και στην ανελέητη διαμάχη των δυο φύλων. Ο Στρίντμπεργκ επεξεργάστηκε για αρκετά χρόνια τις τεχνικές των επιστημονικών αναλύσεων της πραγματικότητας και των αναπάντεχων μεταστροφών της ανθρώπινης ψυχής. Μέσα από τα μονόπρακτα «Ο Παρίας», «Σιμούν», «Παίζοντας με τη φωτιά» και «Η μητρική στοργή» εξέλιξε τα δεδομένα του σχετικά με τη σκηνογραφία και τα υποκριτικά ύφη του σύγχρονού του θεάτρου. Η εμπειρία που απέκτησε στον δραματουργικό τομέα ωρίμασε την πεποίθηση του για την αδυναμία του νατουραλιστικού δράματος ν’ αποκαλύψει τους μηχανισμούς της πραγματικότητας και την ανάγκη για έναν πειραματισμό που θα ήταν πρώτα απ’ όλα δομικός και θ’ αφορούσε τη φόρμα.
Στο μονόπρακτο «Ο Παρίας» ο δραματουργός επικεντρώνεται στο θέμα της δικαιοσύνης μέσα από ένα δυνατό διάλογο δύο ανδρών, τον κύριο Χ, αρχαιολόγο και τον κύριο Ψ, Αμερικάνο ταξιδιώτη. Ένα λεκτικό ουδέτερο παιχνίδι χωρίς νικητή και ηττημένο καθηλώνει τη «φιλήσυχη συνείδηση» αποδεικνύοντας τις απεριόριστες δυνατότητες της ανθρώπινης φύσης στην προσπάθειά της να θωρακίσει τον εαυτό της και να τον κάνει απρόσβλητο από την επιρροή του άλλου. Στην ενέργειά της αυτή διευθετεί το καλό και το κακό σύμφωνα με το προσωπικό αίσθημα δικαίου που αντιτάσσεται σθεναρά στο σύνολο των γραπτών κανόνων της έννομης τάξης. Η διαφορά των δύο ηρώων έγκειται στο ότι ο ένας υπέστη τις συνέπειες της παράβασης των κανόνων αυτών ενώ ο άλλος διέφυγε τον κίνδυνο αυτό. Παρά ταύτα αποτελούν κι οι δύο τις όψεις του παρία, του απόβλητου. Ο ένας φέρει τη ρετσινιά της φυλακής κι ο άλλος τις εσωτερικές ενοχές.
Η σκηνοθεσία επιλέγει δυο γυναίκες να ενσαρκώσουν τους ρόλους και ακολουθεί σχεδόν πιστά τις οδηγίες του κειμένου. Ο λιτός σκηνικός χώρος που προσδίδει τη γεωμετρία ενός πεδίου αναμέτρησης αποτελείται από τ’ απαραίτητα μόνο αντικείμενα. Ο διάλογος εξελίσσεται μέσα από μια πάλη επιχειρημάτων που λαμβάνει χώρα γύρω από μια ανολοκλήρωτη παρτίδα σκάκι. Το παιχνίδι της διαβάθμισης των φωτισμών, ο βίαιος ήχος της καταιγίδας και η μουσική υπόκρουση που σκεπάζει σε δεδομένη στιγμή το λόγο διαμορφώνουν μια ιδιάζουσα ατμόσφαιρα. Οι δυο ηθοποιοί αποδίδουν τους ρόλους τους με κλιμακωτές εντάσεις και συναισθηματικές μεταπτώσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου